Τι θα γινόταν εάν είχε κερδίσει τον πόλεμο ο Χίτλερ;

Η νέα σειρά της Amazon μας εξηγεί πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί η παγκόσμια ιστορία εάν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε διαφορετική έκβαση

Ας μιλήσουμε λίγο για εναλλακτική ιστορία. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν τελείωσε το 1945. Στις ΗΠΑ, η δολοφονία του Φράνκλιν Ρούζβελτ το 1933 ακολουθήθηκε από την εγκατάσταση αδύναμων κυβερνήσεων που απέτυχαν να βγάλουν τη χώρα από τη μεγάλη ύφεση και που διατήρησαν την πολιτική απομονωτισμού. Χωρίς τη βοήθεια του υπερατλαντικού γίγαντα, η Βρετανία και η Σοβιετική Ένωση δεν είχαν αρκετούς πόρους για να αμυνθούν απέναντι στη Ναζιστική Γερμανία και την Αυτοκρατορική Ιαπωνία. Στη συνέχεια, οι χώρες του άξονα επιτέθηκαν ταυτόχρονα στις ΗΠΑ και από τις δύο πλευρές. Η ατομική βόμβα έπεσε από τους ναζί στην Ουάσινγκτον. Ο πόλεμος χάθηκε το 1947. Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία χωρίζουν τον κόσμο στα τρία. Η εποχή των μεγάλων αυτοκρατοριών είναι γεγονός.

Αυτό το εφιαλτικό σενάριο είναι και ο βασικός καμβάς πάνω στον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία του “The man in the high castle” («Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο»), της σειράς με την οποία η Amazon προσπαθεί να κάνει το δικό της δυναμικό μπάσιμο στην αγορά των υπηρεσιών video streaming, όπου δραστηριοποιούνται εταιρείες όπως το Netflix και το Hulu. Το επεισόδιο-πιλότος προβλήθηκε το περασμένο Ιανουάριο. Η θετική υποδοχή ενθάρρυνε την Amazon Studios (τον βραχίονα του διαδικτυακού κολοσσού που ασχολείται με την παραγωγή βίντεο) να ανακοινώσει ένα μήνα μετά ότι ο πρώτος κύκλος 10 επεισοδίων πήρε το πράσινο φως.

Ένα δεύτερο επεισόδιο έκανε την εμφάνισή του στο πλαίσιο του Comic Con της Νέας Υόρκης, ενώ ολόκληρος ο κύκλος θα αναρτηθεί στο site της Amazon την Παρασκευή 20 Νοεμβρίου.
Η ιστορία μάς βρίσκει στο όχι τόσο σωτήριο έτος 1962, στις Ηνωμένες Πολιτείες που δεν είναι πλέον και τόσο… ενωμένες, καθώς έχουν τριχοτομηθεί: μία ζώνη στα δυτικά για την Ιαπωνία, μία στα ανατολικά για το Γ’ Ράιχ και μία στη μέση που λειτουργεί ως buffer zone. Ο τηλεθεατής μπορεί να κατατοπιστεί για τη… γεωγραφία της σειράς με τους τίτλους έναρξης, όπου παρουσιάζεται ένας διαφωτιστικός χάρτης. Η σειρά εστιάζει σε δύο βασικές ιστορίες: η πρώτη αφορά την αμερικανική εθνική αφύπνιση και την ανάδυση του αντιστασιακού κινήματος ενάντια στους κατακτητές. Η δεύτερη αφορά την υποβόσκουσα ένταση μεταξύ των δύο μεγάλων νικητριών του πολέμου, της Γερμανίας και της Ιαπωνίας, η οποία κινδυνεύει να οδηγήσει σε πόλεμο μετά τον επικείμενο θάνατο του ασθενούς Χίτλερ.

Στο μέτωπο της αντίστασης πρωταγωνιστούν δύο νέοι. Ο μυστηριώδης Τζο Μπλέικ (Λουκ Κλάιντανκ) ξεκινά από τη Νέα Υόρκη για το Κάνον Σίτι οδηγώντας ένα φορτηγό με ύποπτο για τις αρχές φορτίο. Από την άλλη άκρη της χώρας, η πανέμορφη Τζουλιάνα Κρέιν (Αλέξα Ντάβαλος) ξεκινά από το Σαν Φρανσίσκο για τον ίδιο προορισμό, κουβαλώντας και αυτή ένα πακέτο που αποτελεί εν δυνάμει απειλή για τους κατακτητές. Στα χνάρια τους βρίσκεται ο δαιμόνιος ανώτερος αξιωματικός των SS Τζον Σμιθ, τον ρόλο του οποίου έχει αναλάβει ο… ειδικός σε χαρακτήρες «κακών», Ρούφους Σίγουελ. Από την πλευρά των Ιαπώνων, της έρευνας ηγείται ο Επιθεωρητής Κίντο (Τζόελ ντε λα Φουέντε), ο οποίος αν και φαινομενικά αδίστακτος δείχνει πως κρύβει μία εσωτερική πάλη μεταξύ των αρχών του και του καθήκοντός του.

Εν τω μεταξύ, στα υψηλότερα κλιμάκια της διοίκησης πραγματοποιούνται εντατικές ζυμώσεις. Ο Φύρερ βρίσκεται στα τελευταία του. Και οι δύο διεκδικητές της διαδοχής (Γκέμπελς και Χίμλερ) είναι υπέρ του πολέμου με την Ιαπωνία – και μάλιστα δεν φαίνονται διστακτικοί να χρησιμοποιήσουν και πάλι την ατομική βόμβα. Ο Νόμπουσκε Ταγκόμι (Κάρι-Χιρογιούκι Ταγκάουα), υπουργός Εμπορίου των Ιαπωνικών Πολιτειών του Ειρηνικού επικοινωνεί κρυφά με Γερμανούς αξιωματούχους για να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο.


Οι δύο κεντρικοί ήρωες συναντιούνται στην ουδέτερη ζώνη στα Βραχώδη Όρη

Βασικός πρωταγωνιστής, ωστόσο, είναι και η ίδια η ιστορία. Και αυτό γιατί πέραν του ιντριγκαδόρικου θέματος που από μόνο του μπορεί να γίνει επίκεντρο συζήτησης, οι μικρές λεπτομέρειες κλέβουν την παράσταση. Στην αρχή του πρώτου επεισοδίου, μία προπαγανδιστική διαφήμιση υπέρ του καθεστώτος που προβάλλεται σε έναν κινηματογράφο δείχνει τον μέσο Αμερικανό να οδηγεί σκαραβαίο και όχι κάποιο μοντέλο της Φορντ. Σε μία εναέρια λήψη της εμβληματικής Γέφυρας Γκόλντεν Γκέιτ του Σαν Φρανσίσκο έχει αναρτηθεί μία τεράστια σημαία της Αυτοκρατορικής Ιαπωνίας. Οι ιαπωνικές αρχές έχουν απαγορεύσει την κυκλοφορία της Βίβλου. Και οι στάχτες που έπεφταν κάποια στιγμή σε έναν επαρχιακό δρόμο προέρχονταν από το κρεματόριο του τοπικού νοσοκομείου, όπου «τις Τρίτες καίνε τους ανάπηρους και τους ετοιμοθάνατους, όσους επιβαρύνουν το κράτος». Ακόμα και η αφίσα της σειράς είναι προσεγμένη στην εντέλεια, με το Αγαλμα της Ελευθερίας σε ναζιστικό χαιρετισμό! Ανατριχιαστικό δεν είναι;

Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης τα σκηνικά και τα κοστούμια, που αναδεικνύουν πλήρως τον αέρα των ‘60s. Οι δημιουργοί έχουν καταφέρει να σχηματίσουν μία νουάρ ατμόσφαιρα, ενώ αυτή η αίσθηση της δυστοπίας πολλαπλασιάζεται με πολλές σκοτεινές και νυχτερινές λήψεις.

Η σειρά βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Φίλιπ Ντικ, το οποίο κυκλοφόρησε τη χρονιά που υποτίθεται ότι εξελίσσονται τα γεγονότα, το 1962. Πρόκειται για τη δεύτερη σειρά που κάνει πρεμιέρα αυτή τη σεζόν και που βασίζεται στο έργο του μεγάλου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας. Προηγήθηκε το “Minority report”, μία ιδιαίτερα αποτυχημένη δουλειά που μάλλον δεν θα συνεχιστεί για δεύτερη χρονιά. Ο Ντικ φαίνεται πως είναι ένας από τους αγαπημένους συγγραφείς του Χόλιγουντ, καθώς πολλές ιστορίες του πέρασαν στη μεγάλη οθόνη – και μάλιστα σε παραγωγές υψηλού μπάτζετ. Ορισμένες από τις πιο γνωστές ταινίες είναι το “Blade runner” (εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα «Το ηλεκτρικό πρόβατο»), η «Ολική επαναφορά», το οποίο έγινε μάλιστα δύο φορές ταινία (1990 και 2012), το “Minority report”, με σκηνοθέτη τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και πρωταγωνιστή τον Τομ Κρουζ και η «Αποζημίωση» του Τζον Γου με πρωταγωνιστή τον Μπεν Αφλεκ.


Ο Ρούφους Σίγουελ είναι ο αμείλικτος Τζον Σμιθ

Πίσω από την παραγωγή βλέπουμε πολύ ηχηρά ονόματα. Ο δημιουργός, Φρανκ Σπότνιτζ, ήταν ο παραγωγός του “The X-Files”, της σειράς που γνώρισε μεγάλες δόξες τη δεκαετία του 1990. Ο ίδιος δήλωσε ότι ο μεγαλύτερος φόβος του ήταν να μην εξαγριώσει τους λάτρεις του βιβλίου του Ντικ: «Εγώ ήθελα απλά να τιμήσω το βιβλίο. Το να πιάσεις το νόημά του είναι δύσκολο, καθώς είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο». Σε μία άλλη συνέντευξη, στο The Wrap, ο Σπότνιτζ λέει λίγα πράγματα παραπάνω για τη σειρά: «Σε αυτό το σόου ασχολούμαι με το μίσος και τη σκληρότητα. Δυστυχώς αυτά εξακολουθούν να είναι επίκαιρα όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό είναι που κάνει και τη σειρά τόσο επίκαιρη˙ σημαίνει, ωστόσο, ότι πρέπει να είμαι πολύ, πολύ προσεκτικός».

Παρ’ όλα αυτά, ο μεγάλος αστέρας της σειράς δεν είναι άλλος από τον Ρίντλεϊ Σκοτ, ο οποίος δεσπόζει στη μικρή λίστα των παραγωγών της σειράς. Ο Σκοτ δεν είναι καινούργιος στη βιβλιογραφία του Ντικ. Είναι αυτός που δημιούργησε το “Blade runner” το 1982, αυτόν τον ύμνο στην επιστημονική φαντασία με το συγκλονιστικό soundtrack του Βαγγέλη Παπαθανασίου και με πρωταγωνιστή τον Χάρισον Φορντ. Είναι, μάλιστα, και ο άνθρωπος που γνώρισε προσωπικά τον Ντικ λίγο πριν από τον θάνατό του με αφορμή το γύρισμα της ταινίας. Ο Σκοτ θυμάται σχετικά στο Entertainment Weekly: «Πίστευα ότι [η παραγωγή] πήγαινε πολύ καλά και τον κάλεσα να δει από κοντά τη διαδικασία και ιδιαίτερα την εναρκτήρια σκηνή και ο ίδιος είπε ότι εξεπλάγη. Δεν νομίζω να περίμενε κάτι τέτοιο. Είπε: ‘Εχεις διαβάσει το “The man in the high castle”;’. Του απάντησα: ‘Οχι, δεν το έχω διαβάσει’. Είπε: ‘Θεέ μου, νομίζω ότι αυτό φαίνεται πως προέρχεται από το “High Castle”. Και κάπως έτσι, διάβασα το βιβλίο». Και επειδή ο Σκοτ δεν έχει σκοπό να σταματήσει εδώ τη δουλειά του πάνω στο έργο του Ντικ, ήδη ετοιμάζει το sequel του “Blade runner”. Τέλος, ανάμεσα στους παραγωγούς βρίσκεται και η κόρη του συγγραφέα, η Ισα Ντικ Χάκετ, η οποία ελπίζει ότι «η σειρά θα είναι για την τηλεόραση ό,τι ήταν το “Blade runner” για τον κινηματογράφο».

Από την εισαγωγή του “Blade runner”

Μέχρι να καταλήξει στις οθόνες μας, η σειρά πέρασε από σαράντα κύματα. Το 2010, το BBC θα αναλάμβανε τη συμπαραγωγή της με άλλες εταιρείες, με σκοπό να δημιουργηθεί μία σειρά τεσσάρων επεισοδίων για το BBC One. Σε αυτήν την παραγωγή θα συμμετείχε και ο Ρίντλεϊ Σκοτ. Τρία χρόνια μετά, το 2013, τη σκυτάλη πήρε το SyFy, το οποίο όμως αποφάσισε να μην προχωρήσει. Και όλα αυτά, για να καταλήξει στην Amazon και την Amazon Studios, η οποία ξεκίνησε γυρίσματα τον Οκτώβριο του 2014. Το “The man in the high castle” αποτελεί ένα δυνατό χαρτί στην προσπάθεια του διαδικτυακού κολοσσού να εισέλθει δυναμικά στην αγορά video streaming (στην οποία δραστηριοποιείται από το 2013), η οποία αναπτύσσεται με πάρα πολύ γρήγορους ρυθμούς

Απάντηση